Λυσίας ( Ανάλυση )

2013-03-11 06:26

 

Α Ρ Χ Α Ι Α Β’ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ – Γ Ν Ω Σ Τ Ο
Ε Π Ι Λ Ε Γ Μ Ε Ν Α Θ Ε Μ Α Τ Α
Λ Υ Σ Ι Ο Υ Υ Π Ε Ρ Μ Α Ν Τ Ι Θ Ε Ο Υ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Πόσο σημαντική ήταν η δοκιμασία ως θεσμός του δημοκρατικού πολιτεύματος;
Η δοκιμασία αποτελούσε βασικό θεσμό της αθηναϊκής πολιτείας των κλασικών
χρόνων που επαλήθευε και κατοχύρωνε το δημοκρατικό πολίτευμα, γιατί:
α. Διαπαιδαγωγούσε τους πολίτες, ώστε να γίνουν ενάρετοι, ευσυνείδητοι και
υπεύθυνοι.
β. Επιβράβευε την αξιοκρατία.
γ. Συντελούσε στην ομαλή λειτουργία της πόλης
δ. Παραμέριζε από τα δημόσια αξιώματα τους ανάξιους, τους κακοήθεις και τους
καιροσκόπους
ε. Εδραίωνε τη δημοκρατία με την άνοδο των δημοκρατικών μόνο πολιτών στις
ανώτατες δημόσιες θέσεις
Ποιες είναι οι εκφράσεις του κειμένου με τις οποίες ο Μαντίθεος αποδίδει
χαρακτηρισμούς στους κατηγόρους του και ποιες προβάλλουν το δικός ήθος;
Ήθος των κατηγόρων:
«τοῖς κατηγόροις βουλομένοις ἐκ παντὸς τρόπου κακῶς ἐμὲ ποιεῖν»
«τοῖς ἀδίκῶς διαβεβλημένοις τούτους εἶναι μεγίστων ἀγαθῶν αἰτίους, οἵτινες ἂν
ἀναγκάζωσιν εἰς ἔλεγχον τῶν αὐτοῖς βεβιωμένων καταστῆναι»
«καὶ παρὰ τὴν δόξαν καὶ τοὺς λόγους τῶν ἐχθρῶν»
«ἡγεῖσθαι χείρους εἶναι»
Ήθος του Μαντιθέου:
«πολλὴν ἂν χάριν εἶχον ταύτης τῆς κατηγορίας»
«ἀδίκῶς διαβεβλημένοις»
«ἐγὼ γὰρ σφόδρα ἐμαυτῷ πιστεύω»
«ἐπειδὰν ἐμοῦ λέγοντος ἀκούσῃ περὶ τῶν πεπραγμένων, μεταμελήσειν αὐτῷ καὶ
πολὺ βελτίω με εἰς τὸ λοιπὸν χρόνον ἡγεῖσθαι»
«εὔνους εἰμὶ τοῖς καθεστηκόσι πράγμασι»
«ἠνάγκασμαι τῶν αὐτῶν κινδύνων μετέχειν ὑμῖν»
«περὶ τὰ ἄλλα μετρίως βεβικώς»
«οὐχ ἵππευον οὐδ’ ἐπεδήμουν ἐπὶ τῶν τριάκοντα, οὐδὲ μετέσχον τῆς τότε
πολιτείας».
Ο Μαντίθεος, λοιπόν χαρακτηρίζει τους αντιπάλους του κακοήθεις, συκοφάντες,
αναξιόπιστους, επικίνδυνους για το δημοκρατικό πολίτευμα, ανθρώπους χωρίς ήθος. Ενώ, ο
ίδιος παρουσιάζεται ανεξίκακος, θύμα της κακίας και της συκοφαντικής δυσφήμισης, γεμάτος
αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα, υπερασπιστής του δημοκρατικού πολιτεύματος,
μετριοπαθής και σώφρων.
Ποια επιχειρήματα χρησιμοποιεί ο Μαντίθεος για να ανασκευάσει το
κατηγορητήριο;
α. Ευγνωμονεί σχεδόν τους κατηγόρους του, γιατί του δίνουν την ευκαιρία να
απολογηθεί για τις πράξεις της ζωής του (λογικό – ψυχολογικό).
β. Υποστηρίζει ότι το κατηγορητήριο είναι απλά συκοφαντίες εις βάρος του και ότι με
την απολογία του θα το ανασκευάσει μετατρέποντας την αντιπάθεια που μάλλον τρέφουν όλοι
για το πρόσωπό του σε συμπάθεια και εκτίμηση; (λογικό - ψυχολογικό)
γ. Δηλώνει ότι είναι αφοσιωμένος στη δημοκρατία και ότι συμμετείχε στου ίδιους
κινδύνους στους οποίους συμμετείχαν και οι βουλευτές (πραγματικό).
δ. Δηλώνει ότι έχει ζήσει με μέτρο και κοσμιότητα, χωρίς πάθη και ακρότητες
(πραγματικό - λογικό).
ε. Ισχυρίζεται ότι το κατηγορητήριο δεν ισχύει, γιατί ούτε υπηρέτησε ως ιππέας ούτε
βρισκόταν στην Αθήνα την εποχή των Τριάκοντα ούτε συμμετείχε στο τυραννικό καθεστώς
(πραγματικό).
ΔΙΗΓΗΣΗ – ΑΠΟΔΕΙΞΗ §§ 4 – 8
Ποια δραματικά γεγονότα, που αποτελούν και ιστορικά στοιχεία για την
πραγματολογική γνώση της εποχής εκείνης, έζησε από μακριά ο Μαντίθεος και γιατί
αναφέρεται σ’ αυτά;
Ο Μαντίθεος δηλώνει ότι δεν συμμετείχε στο τυραννικό καθεστώς των Τριάκοντα γιατί
ο πατέρας του τον είχε στείλει στον Πόντο, στον φίλο του βασιλιά Σάτυρο. Έτσι, έζησε από
μακριά τα ακόλουθα πολύ δραματικά για την Αθήνα γεγονότα:
Την πανωλεθρία του αθηναϊκού στόλου στους Αιγός ποταμούς, τον Απρίλιο του 405
π.Χ.
Την κατεδάφιση των τειχών την άνοιξη του 404 π.Χ.
Την κατάλυση της δημοκρατίας τον Αύγουστο /Σεπτέμβριο του 404 π.Χ.
και την εγκαθίδρυση των Τριάκοντα.
Την αυθαίρετη και εγκληματική διακυβέρνηση της πόλης από τους Τριάκοντα, ως τον
Μάιο του 403 π.Χ.
Η αναφορά του Μαντίθεου στα γεγονότα αυτά είναι σκόπιμη και σχετίζεται με αυτό
που λέμε παθοποιία. Επιδιώκει να διεγείρει στις ψυχές των ακροατών/βουλευτών
αντιπαθητικά συναισθήματα κατά των κατηγόρων του ανακαλώντας στη μνήμη τους
τραυματικές εμπειρίες. Έτσι αυτοί αποδεικνύονται κακοήθεις και συκοφάντες, αφού τον
κατηγορούν ότι υπηρέτησε ως ιππέας την εποχή που κυβερνούσαν την Αθήνα οι Τριάκοντα,
ενώ στην πραγματικότητα αυτός απουσίαζε τότε από την πόλη.
Το συμπέρασμα στην αρχή της παραγράφου 7 είναι η κατακλείδα ενός
υποθετικού συλλογισμού με τη μορφή ενθυμήματος. Ποια είναι η πλήρης μορφή του;
Η παράγραφος 7 αρχίζει με ένα συμπέρασμα (ἐμὲ τοίνυν οὐδεὶς ἄν ἀποδείξειεν …)
που αποτελεί την κατακλείδα ενός υποθετικού συλλογισμού που έχει τη μορφή ενθυμήματος.
Τα πιθανά δεδομένα στα οποία στηρίζεται αυτό το συμπέρασμα είναι τα εξής:
α. Αν είχε υπηρετήσει ως ιππέας και επομένως ως συνεργός των Τριάκοντα, τότε ο
φύλαρχος θα έπρεπε να συμπεριλάβει και το δικό του όνομα στον κατάλογο των ιππέων, οι
σύνδικοι να διεκδικήσουν από αυτόν την «κατάστασιν», την οποία ο Μαντίθεος θα είχε
επιστρέψει (στο φύλαρχο).
β. Γεγονός είναι ότι δε συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο του φυλάρχου, δεν είχε δίκη
με τους συνδίκους, δεν επέστρεψε καμία «κατάστασιν».
Συμπέρασμα:
Δεν υπηρέτησε ως ιππέας την εποχή των Τριάκοντα.
ΔΙΗΓΗΣΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ §§ 9 – 13
Ποιος είναι ο λειτουργικός ρόλος της παραγράφου 9 ως προς τη τάξη/δομή του
λόγου;
Η παράγραφος 9 αποτελεί την αρχή του δεύτερου μέρους της διήγησης – απόδειξης
και λειτουργεί ως προοίμιό της. Σ’ αυτήν ο Μαντίθεος ισχυρίζεται ότι όσα ανέφερε για τη
συγκεκριμένη κατηγορία ήταν αρκετά και ότι την έχει ανασκευάσει. Επομένως οποιαδήποτε
επιπλέον αναφορά στο θέμα θα ήταν περιττή. Έτσι καταφέρνει να επηρεάσει την κρίση των
βουλευτών, ώστε να αποδειχτούν τον ισχυρισμό του.
Το ότι όμως θεωρεί ότι έχει ανασκευάσει το κατηγορητήριο δε σημαίνει ότι θα
τελειώσει εδώ τον λόγο του. Ο Μαντίθεος προσηλωμένος στο στόχο του, που δεν είναι άλλος
από το να πετύχει την εύνοια των βουλευτών – και την οποία ζητά εμφανώς – ώστε να
εγκρίνουν την εκλογή του στο αξίωμα του βουλευτή, κρίνει αναγκαίο να απολογηθεί για τα
πεπραγμένα της ζωής του, για τους εξής λόγους:
- αυτό επιβάλλει ο θεσμός της δοκιμασίας,
- θα δώσει μια πλήρη εικόνα για τον εαυτό του, ώστε οι βουλευτές να σχηματίσουν
ορθή γνώμη για το άτομό του,
- η υπόθεση δεν είναι μόνο προσωπική, αλλά έχει κυρίως δημόσιο χαρακτήρα μια και
οι βουλευτές είναι λειτουργοί του λαού και πρέπει να διαθέτουν ανάλογο ήθος.
Έτσι, η παράγραφος αυτή επιτελεί όλες τις λειτουργίες του προοιμίου, δηλαδή την
πρόσεξιν την εὔνοιαν και την εὐμάθειαν.
Πως κρίνετε τον Μαντίθεο από τη συμπεριφορά που υπέδειξε στην ιδιωτική του
ζωή;
Ο Μαντίθεος μας λέει ότι, παρά τις σοβαρές επιπτώσεις που είχε ο Πελοποννησιακός
πόλεμος στις επιχειρήσεις του πατέρα του και τη μέτρια οικονομική του κατάσταση, κατάφερε
να εκπληρώσει το ηθικός χρέος προς αδελφές του προικίζοντας τες επαρκώς. Επίσης,
απέναντι στον αδελφό του φέρθηκε με εξαιρετική τιμιότητα, αφού κατά τη διανομή των
πατρώων έδωσε μεγαλύτερο μερίδιο απ’ ό,τι κράτησε ο ίδιος. Όλα αυτά δείχνουν άνθρωπο
τίμιο και αφιλοκερδή, που αγαπά την οικογένειά του και φέρεται στα μέλη της με αγάπη και
στοργικότητα.
Αλλά και στις διαπροσωπικές του σχέσεις ο Μαντίθεος ήταν άνθρωπος που
διατηρούσε αρμονικές σχέσεις με του συμπολίτες του και ποτέ δεν έδωσε αφορμή για
παράπονο σε κανέναν. Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι είχε κοινωνική συνείδηση ότι σεβόταν
την προσωπικότητα των συμπολιτών του και ότι ήταν άνθρωπος φιλήσυχος.
Γιατί ο Μαντίθεος αναφέρεται στη συμπεριφορά που επέδειξε στη δημόσια ζωή
του;
Ο Μαντίθεος αναφέρεται στον δημόσιο βίο του, γιατί γνωρίζει ότι δημόσια εικόνα του
θα επηρεάσει περισσότερο τους βουλευτές στην επικύρωση της εκλογής του ως βουλευτή.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Αθηναίος εκείνης της εποχής καταξιωνόταν περισσότερο ως
ενεργό και υπεύθυνο μέλος της πόλης του, ως πολίτης και όχι ως ιδιώτης. Η ολοκλήρωσή του
εξαρτιόταν από το βαθμό συμμετοχής του στα κοινά, δηλαδή από την πολιτική του
κοινωνικοποίηση. Αντίθετα, αν ήταν αδιάφορος προς τα κοινά, έμενε απλά ιδιώτης και
απομονωνόταν από τα δημόσια δρώμενα, αφού δεν καλλιεργούσε πολιτική συνείδηση.
Για όλους τους παραπάνω λόγους λοιπόν ο Μαντίθεος αναφέρεται στη δημόσια ζωή
του και θεωρεί μέγιστη απόδειξη της εντιμότητάς του τις κακολογίες εκείνων που δεν
ενδιαφέρονται για τα κοινά, εκείνων που είναι αργόσχολοι και συχνάζουν σε κακόφημα μέρη.
Τα μέρη αυτά θεωρούνταν τόποι διαφθοράς όπου δυστυχώς σύχναζαν πολλοί νεαροί
Αθηναίοι. Το ότι λοιπόν τέτοιου είδους άνθρωποι των συκοφαντούν, δείχνει ότι ο ίδιος δεν έχει
καμία σχέση με αυτούς, δεν είναι όμοιός τους και ότι είναι άνθρωπος ανώτερος, γι’ αυτό και
προκαλεί τον φθόνο τους. Οι κακολογίες και οι ψευδολογίες εις βάρος του είναι συνέπεια του
φθόνου που νιώθουν κάποιοι εξαιτίας της ηθικής του ανωτερότητας.
Ποια τα επιχειρήματα του Μαντιθέου στις παραγράφους 11, 12;
Στις παραγράφους αυτές χρησιμοποιεί δύο επιχειρήματα με τα οποία προσπαθεί να
προβάλει το έντιμο ήθος του στη δημόσια ζωή.
Απόδειξη της τιμιότητάς του είναι το ότι όσοι τον κατηγορούν συχνάζουν
στα κυβευτήρια, στα καπηλειά και σε άλλα κακόφημα μέρη. Αν ήταν όμοιός
τους δεν θα τον εχθρεύονταν ούτε θα διατύπωναν σε βάρος του ψεύδη. Η
ανωτερότητα του ήθους του τους κινεί το μίσος εναντίον του.
- Κανένας δεν μπορεί αν ισχυριστεί και να αποδείξει για το ίδιο – σε αντίθεση
με άλλους – ότι έχει υποστεί αισχρή δίκη για ιδιωτική υπόθεση, ότι έχει
μηνυθεί για δημόσια παρανομία που έβλαψε την κοινότητα, ότι έχει
καταγγελθεί για σοβαρότατο αδίκημα κατά της πολιτείας.
Με ποιους τρόπου προσπαθεί να γίνει πιστικός ο Μαντίθεος στην παράγραφο
13;
Στην παράγραφο αυτή ο Μαντίθεος, θέλοντας να προβάλει το πατριωτικό ήθος και το
ηρωικό του φρόνιμα, αναφέρεται στη δράση του στις εκστρατείες και στους πολεμικούς
κινδύνους. Για να γίνει πιο πιστικός καταφεύγει στη χρήση ιστορικών παραδειγμάτων,
παραθέτει αξιολογικές γνώμες/κρίσεις και επικαλείται τη μαρτυρία ανθρώπου που γνώριζε τη
δράση του.
Ο Μαντίθεος γνωρίζει ότι τα ιστορικά παραδείγματα είναι γεγονότα αναμφισβήτητα
και μάλιστα η αναφορά στη μάχη της Αλιάρτου, που έγινε περίπου το 390 π.Χ., είναι ένα
πρόσφατο γεγονός, το οποίο θυμούνται όλοι οι βουλευτές. Το απόφθεγμα για το χρέος όλων
στη συμμετοχή στους κινδύνους για την υπεράσπιση της πατρίδας σε συνδυασμό με τη δική
του δράση αίρει τυχόν επιφυλάξεις των βουλευτών για το ήθος και πατριωτικό του φρόνιμα.
Και τέλος, η μαρτυρική κατάθεση, και μάλιστα του ίδιου του φυλάρχου, έχει ιδιαίτερη αξία,
αφού επιβεβαιώνει χωρίς αμφιβολία την πρόταση του Μαντιθέου για τη μετάταξή του στο
σώμα των οπλιτών, άρα και το ηρωικό του ήθος.
ΔΙΗΓΗΣΗ – ΑΠΟΔΕΙΞΗ §§ 14 – 17
Που απέβλεπε η παραδειγματική συμπεριφορά του Μαντίθεου και γιατί
αναφέρεται εκτενώς σ’ αυτήν;
Ο Μαντίθεος παρουσιάζει την άψογη και παραδειγματική στρατιωτική του
συμπεριφορά, αφενός για να δώσει την εικόνα ενός αληθινού πατριώτη και γενναίου
πολεμιστή, αφετέρου για να πείσει τους βουλευτές ότι πληρεί τις προϋποθέσεις για το αξίωμα
για το οποίο υφίσταται τη δοκιμασία. Μάλιστα η σκέψη του κάνει μια εύστοχη στροφή, λέει ότι
με τη συμπεριφορά αυτή προσέβλεπε στο να διεκδικήσει με επιτυχία τα δικαιώματά του ως
Αθηναίος πολίτης, αν ποτέ εμπλακεί άδικα σε δίκη και να βρει ηθική δικαίωση και καταξίωση
από τους συμπολίτες του.
Φυσικά, ένας τέτοιος ισχυρισμός δύσκολα γίνεται πιστευτός και πολλοί μελετητές
διαβλέπουν ιδιοτελή και υστερόβουλα κίνητρα. Ωστόσο, μάλλον δημιούργησε εντύπωση και
επηρέασε την κρίση κάποιων βουλευτών που σίγουρα θα σκέφτηκαν ότι ένας άνθρωπος με
τόσο πατριωτισμό και γενναιότητα αξίζει να υπηρετήσει την πόλη από το αξίωμα του
βουλευτή.
ΔΙΗΓΗΣΗ – ΑΠΟΔΕΙΞΗ §§ 18 -19
Γιατί ο Μαντίθεος κάνει λόγο για την εξωτερική του εμφάνιση;
Ο Μαντίθεος ήταν γόνος εύπορης και αριστοκρατικής οικογένειας και μάλλον είχε
ολιγαρχικά φρονήματα. Άλλωστε και με την εξωτερική του εμφάνιση – μακριά κόμη, ντύσιμο
– έδειχνε έντονο φιλολακωνισμό και ίσως και με την συμπεριφορά του. Για τους
περισσότερους δημοκρατικούς Αθηναίους το γεγονός αυτό ήταν σίγουρα ενοχλητικό ως και
προκλητικό, γιατί οι αναμνήσεις και τα βιώματά τους από το καθεστώς των Τριάκοντα ήταν
πολύ οδυνηρά. Άλλωστε, δεν είχαν περάσει πολλά χρόνια από την αποκατάσταση της
δημοκρατίας και επίσης οι ολιγαρχικοί της πόλης, που δεν ήταν λίγοι, φρόντιζαν να κάνουν
αισθητή την παρουσία τους οργανωμένοι σε πολιτικές ομάδες που απεργάζονταν την
κατάλυση της δημοκρατίας. Ο Μαντίθεος λοιπόν γνώριζε την ανησυχία των δημοκρατικών
συμπολιτών του και φοβόταν μήπως βουλευτές επηρεαστούν συναισθηματικά και αυτοί από
την εξωτερική του εμφάνιση και τη θεωρήσουν ότι αυτή υποδήλωνε τα πολιτικά του
φρονήματα.
Έτσι, φροντίζει να παρουσιάσει την εμφάνισή του ως μια ακίνδυνη συνήθεια από την
οποία δεν απειλείται κανείς, ούτε οι ίδιοι ως εκφραστές του δημοκρατικού πολιτεύματος, και
υποστηρίζει ότι το πιο ασφαλές κριτήριο για την αξιολόγηση του πολίτη είναι οι πράξεις του
προς την πατρίδα και όχι το φαίνεσθαι.
Γιατί ο Μαντίθεος επανέρχεται στο θέμα της στρατιωτικής του θητείας το οποίο
φάνηκε να έχει ολοκληρωθεί με όσα είπε στις προηγούμενες παραγράφους;
Ο Μαντίθεος, ενώ αναφέρθηκε εκτενώς στις προηγούμενες ενότητες στον τρόπο με
τον οποίο ανταπεξήλθε στις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, στην ενότητα αυτή σκόπιμα και
συνειδητά επανέρχεται στο το θέμα αυτό, για να το τονίσει και να κερδίσει την εύνοια των
βουλευτών και να μειώσει κάποιο άλλο γεγονός, που αποτελούσε τροχοπέδη για την εκλογή
του ως βουλευτή.
Γνωρίζει πολύ καλά ότι η φιλολακωνική εξωτερική του εμφάνιση ενοχλεί και προκαλεί
αντιπάθειες. Πρέπει λοιπόν να υποβαθμίσει το θέμα αυτό και να προβάλει ως αντιστάθμισμα
τον τρόπο με τον οποίο εκπλήρωσε το χρέος του προς την πατρίδα. Τονίζει παράλληλα ότι
χρέος των βουλευτών είναι να τον κρίνουν με αντικειμενικά και λογικά κριτήρια και, για να το
πετύχουν αυτό, θα πρέπει να αξιολογήσουν τα έργα του παρακάμπτοντας το συναίσθημα
που ενδεχομένως προκαλείται από την εξωτερική του εμφάνιση.
Κατά τον Μαντίθεο, μια πράξη αξιολογείται από τη συχνότητα με την οποία
επαναλαμβάνεται, από τη διάρκειά της, από το κίνητρό της και, τέλος, από το αποτέλεσμά
της. Για όλους αυτούς τους λόγους τονίζει ότι ποτέ δεν παραμέλησε κάποια εκστρατεία ή
φύλαξη φρουρίου, αλλά πάντα εκστράτευε με τους πρώτους και αποχωρούσε από το πεδίο
της μάχης με τους τελευταίους. Με αυτό τον τρόπο πετυχαίνει να παρουσιάσει τον εαυτό του
ως ένα πολίτη με ανεπτυγμένο το αίσθημα της φιλοπατρίας και της αυτοθυσίας προς
εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος.
Επομένως, καθήκον των βουλευτών είναι να κρίνουν την αξία και την ποιότητά του
βασιζόμενοι σε όλα αυτά και να μην επηρεάζονται συναισθηματικά, όπως ορισμένοι
συμπολίτες του, από ήσσονος σημασίας θέματα, γιατί το συναίσθημα οδηγεί σε εσφαλμένες
κρίσεις, που μόνο επιβλαβείς μπορούν να αποδειχτούν για την πόλη.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ §§ 20 – 21
Που οφείλεται η επιθυμία του Μαντιθέου να ασχοληθεί με την πολιτική;
Ο Μαντίθεος θέλοντας να δικαιολογηθεί για την ασεβή προς τους μεγαλύτερους του
συμπεριφορά, που υπέδειξε, όταν ήταν ακόμη πολύ νέος, προβάλει τη στάση του εκείνη ως
γεγονός που απέρρεε από το ζήλο του να μιμηθεί τους προγόνους του, οι οποίοι συνεχώς
ασχολούνταν με τα κοινά για το καλό της πατρίδας τους. Έτσι, με το να δείξει υπέρμετρη
φιλοδοξία στην άσκηση των πολιτικών του καθηκόντων, θεωρούσε ότι ολοκληρωνόταν ο ίδιος
πολιτικά. Επίσης, συνδέει τη στάση του με τη συμπεριφορά και τη πεποίθηση των
βουλευτών, οι οποίοι θεωρούν αξιόλογους άνδρες μόνο αυτούς που ασχολούνται με τα κοινά
και είναι ενεργοί και υπεύθυνοι πολίτες. Επομένως, ο ίδιος προσπαθούσε να ανταποκριθεί
στα αξιολογικά κριτήρια εκείνων, που παρακινούν, εμπνέουν και καθοδηγούν τους νέους.
Ποια αντίφαση επισημαίνει ο Μαντίθεος στους βουλευτές, αν δεν εγκρίνουν την
εκλογή του;
Ο Μαντίθεος στον επίλογο του λόγου του θυμίζει στους βουλευτές ότι στο παρελθόν
είχε πάρει το λόγο στην Εκκλησία του δήμου, αν και ήταν πολύ νέος. Αναγνωρίζει ότι επέδειξε
τότε υπέρμετρη φιλοδοξία, ωστόσο είχε κάποια κίνητρα, για τα οποία φέρουν οι βουλευτές
μερίδιο ευθύνης. Οι ίδιοι με τη στάση τους παρακινούν κάθε πολίτη να είναι ενεργός και
υπεύθυνος και να ασχολείται με τα ζητήματα της πόλης. Αυτός λοιπόν επεχείρησε τότε να
αγορεύσει υιοθετώντας ως συμβουλή την απαίτησή τους και προσπαθώντας να ανταποκριθεί
στα δικά τους αξιολογικά κριτήρια. Εμμέσως τους επαινεί, αλλά τους ασκεί και ψυχολογική
πίεση θέτοντάς τους ενώπιον των ευθυνών τους: αν τον αποδοκιμάσουν εξαιτίας της
φιλοδοξίας που επέδειξε υπερασπιζόμενος κάποια υπόθεσή του, θα είναι σαν να επικρίνουν
τους εαυτούς τους αρνούμενοι των καθοδηγητικό τους ρόλο.